«Συγκεφαλαιωτικά κανένα ποσό από αυτά της επερώτησης δεν είναι απαιτητό», τόνισε καταληκτικά στην τοποθέτησή του ο Περιφερειάρχης κ. Αλέξανδρος Καχριμάνης, απαντώντας σήμερα στο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου στην επερώτηση που κατέθεσε η παράταξη «Κοινό των Ηπειρωτών» για τέσσερις περιπτώσεις- εκκρεμότητες (Λούρος, Απορρίμματα, Δημοσιονομική Διόρθωση, ΒΙΟΠΑΘΕ).
Ειδικότερα κατά περίπτωση, μεταξύ άλλων, ανέφερε τα εξής:
Για την Έκθεση Ελέγχου για τον ποταμό Λούρο:
Α. Κατ’ αρχήν η επερώτηση ξεκινά από εσφαλμένη αφετηρία. Δεν έχει επιβληθεί κανένα πρόστιμο στην Περιφέρεια. Εισήγηση μόνο υπάρχει για επιβολή, για την οποία μάλιστα σύμφωνα με τον νόμο απαιτείται εξειδίκευση με Υπουργική Απόφαση (άρθρο 20 παράγραφος 21 του νόμου 4014/2011).
Η Υπουργική Απόφαση, η οποία δεν έχει εκδοθεί ακόμα, όπως είναι γνωστό σε όλους, ελέγχεται για την νομιμότητά της από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές σε τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας: Διοικητικό Πρωτοδικείο, Διοικητικό Εφετείο, Συμβούλιο της Επικρατείας).
Ωστόσο πρέπει να επισημάνω τα εξής:
Σύμφωνα με σχετική υπουργική απόφαση, δεν απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση για την συντήρηση και αποκατάσταση υφιστάμενων αντιπλημμυρικών έργων ούτε για την απομάκρυνση μπαζών ή βλάστησης από την κοίτη υδατορεμάτων. Αυτά κάναμε στον Λούρο. Στην ίδια χώρα ζούμε τόσο εμείς όσο και οι επιθεωρητές περιβάλλοντος και η ίδια νομοθεσία ισχύει για όλους μας.
Πέραν αυτού, υπάρχουν και άλλα ερωτηματικά που θα πρέπει να απαντηθούν αρμοδίως: Πως είναι δυνατόν οι ίδιοι Επιθεωρητές να εκδίδουν διαφορετικές εκθέσεις για ίδιες περιπτώσεις.
Συγκεκριμένα: Για τον μεν ποταμό της Τύριας, δέχεται ότι σε περιοχές που έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν απαιτείται περιβαλλοντική μελέτη, και επισημαίνει μόνο ότι πρέπει να τηρούνται ορισμένες τυπικές διαδικασίες, όπως η ενημέρωση της Διεύθυνσης Υδάτων.
Για το Λούρο αναφέρει τα αντίθετα. Πάλι όμως εσφαλμένα καθώς ενώ εισαγωγικά η Έκθεση αναφέρει τις αποφάσεις κήρυξης και της περιοχής της Δ.Ε. Αγίου Δημητρίου σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, στο διατακτικό της απόφασης, επαναλαμβάνει μεν τις ίδιες αποφάσεις, παραλείπεται όμως να αναφερθεί ότι σε αυτές περιλαμβάνεται ονομαστικά και η Δ.Ε. Αγίου Δημητρίου, στον οποίο ανήκει το τμήμα του Λούρου που έγιναν οι καθαρισμοί. Στην παράλειψη αυτή στηρίχτηκε και η οριστική έκθεση ελέγχου.
2) Αναφορικά με τα διορθωτικά μέτρα, η ίδια έκθεση εισηγείται:
α) την έκδοση περιβαλλοντικής άδειας κάθε φορά που απαιτείται εκτέλεση αντιπλημμυρικού έργου και
β) αποκατάσταση της φυσικής παρόχθιας βλάστησης του ποταμού και των ενδιαιτημάτων διαβίωσης της ιχθυοπανίδας με ορίζοντα ενός έτους.
Για το τελευταίο, θέλω να σας γνωρίσω ότι «Έκθεση αυτοψίας» που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα δεν διαπιστώνει καμία υποβάθμιση του περιβάλλοντος και του οικοσυστήματος.
Επίσης από ανεξάρτητη μελέτη που διεξήχθη με φορητή συσκευή ηλεκτραλιείας μετά από άδεια του Τμήματος Διαχείρισης Άγριας Ζωής και Θήρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας διαπιστώθηκε πλήρης ισορροπία στο οικοσύστημα του ποταμού.
Σημειώνεται ότι η Περιφερειακή Αρχή εμμένει στις θέσεις της για τα αίτια που προκάλεσαν το φαινόμενο.
Β) Σχετικά με την απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης ποσού 1.278.338,21€:
Όπως οι ίδιοι οι επερωτώντες αναφέρουν στην επερώτησή τους, η διόρθωση επιβλήθηκε χωρίς ανάκτηση οποιουδήποτε ποσού, δηλαδή δεν ζητά καμιά επιστροφή ούτε έχει επιβληθεί περικοπή.
Η Περιφέρεια έχει ήδη καταθέσει εμπρόθεσμα έφεση ενώπιον του αρμοδίου σχηματισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την πλήρη εξαφάνιση της απόφασης.
Γ) Η απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου για το Εργοστάσιο Επεξεργασίας Απορριμμάτων:
Όπως γνωρίζετε, μετά από νομοθετική ρύθμιση πέρυσι το καλοκαίρι, δόθηκε η δυνατότητα στους ΦοΔΣΑ να υπεισέλθουν οι ίδιοι σε Συμβάσεις ΣΔΙΤ των εργοστασίων επεξεργασίας απορριμμάτων που δυνάμει Προγραμματικών Συμβάσεων λειτουργούσαν τρίτοι, όπως η Περιφέρεια Ηπείρου. Ο ΦοΔΣΑ Ηπείρου θεώρησε αυτόν έτοιμο να αναλάβει την λειτουργία του εργοστασίου και κατά πλειοψηφία αποφάσισε να υπεισέλθει στην Σύμβαση.
Σύμφωνα με την ίδια νομοθετική ρύθμιση υπεισήλθε και στην εκκρεμή δίκη. Όπως είναι γνωστό, η Περιφέρεια Ηπείρου είχε ασκήσει στο Εφετείο Αθηνών αγωγή ακύρωσης κατά της διαιτητικής απόφασης που είχε εκδοθεί κατά πλειοψηφία. Δύο συνταξιούχοι δικαστικοί επιδίκασαν μάλιστα στην εταιρεία παραπάνω και από όσα ζητούσε. Γι’ αυτό η εταιρεία στην συνέχεια με εξώδικη δήλωση προς την Περιφέρεια παραιτήθηκε από το υπερβάλλον. Ένας εν ενεργεία Τακτικός Καθηγητής στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Διαιτητής σε διεθνείς διαιτησίες (ο κ. Τσικρικάς) έκρινε ότι η Περιφέρεια δεν χρωστούσε ούτε ένα ευρώ στην εταιρεία. Αυτό αντικειμενικά προβληματίζει, δεν πρόκειται για μια μικρή διαφορά όπου δύο συνταξιούχοι λένε πως η Περιφέρεια χρωστάει τόσα και ο Καθηγητής και διεθνής Διαιτητής λέει ότι χρωστάει λιγότερα, αλλά οι δύο συνταξιούχοι λένε ότι χρωστάει εκατομμύρια και ο Καθηγητής ότι δεν χρωστάει ούτε ένα ευρώ. Η μέρα με την νύχτα, που λένε.
Όταν υπεισήλθε ο ΦοΔΣΑ στην σύμβαση, με έγγραφό του προς την Περιφέρεια που κοινοποίησε και προς τον Ειδικό Γραμματέα ΣΔΙΤ και τον Γενικό Γραμματέα Αποβλήτων ζήτησε να χειριστεί την υπόθεση η νομική σύμβουλος της Περιφέρειας, πλην αυτή αρνήθηκε να την χειριστεί για τον ΦοΔΣΑ για τους λόγους που αναφέρει σε έγγραφό της. Έκτοτε ουδεμία ενημέρωση έχει η Περιφέρεια για την έκβαση της δίκης. Ό,τι ξέρετε εσείς, ξέρω κι εγώ. Από τον τύπο ενημερωθήκαμε ότι έχει εκδοθεί απόφαση από το καλοκαίρι σε βάρος του ΦοΔΣΑ.
Όπως γνωρίζετε, η Περιφέρεια αμέσως μόλις εκδόθηκε η απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου ενημέρωσε τους Ηπειρώτες τόσο για το περιεχόμενο της απόφασης όσο και για τον προβληματισμό της επ’ αυτής, χωρίς να μασήσει τα λόγια.
Δεν γνωρίζουμε το περιεχόμενο της απόφασης, ούτε πώς την χειρίστηκε ο ΦοΔΣΑ, δηλαδή πώς αντέκρουσε τους ισχυρισμούς της εταιρείας επί των λόγων που είχε προβάλλει η Περιφέρεια. Αν είναι όμως έτσι όπως διακινείται στον Τύπο, οφείλει ο ΦοΔΣΑ να προσφύγει στον Άρειο Πάγο για να προασπίσει τα συμφέροντα των Ηπειρωτών. Μόλις πριν λίγο καιρό, απόφαση του Αρείου Πάγου ανέτρεψε διαιτητική απόφαση που είχε κριθεί νόμιμη από το Εφετείο, όπως έλαβε ευρεία δημοσιότητα.
Διευκρινίζω πως η διαδικασία της διαιτησίας δεν ήταν «πολιτική» απόφαση της Περιφέρειας, όπως ακούγεται. Η Περιφέρεια το 2019 επέβαλε τις ρήτρες στην εταιρεία όπως όριζε η Σύμβαση Σύμπραξης. Η εταιρεία δεν προσέφυγε στο δικαστήριο μόνο για τις ρήτρες, αλλά ταυτόχρονα αξίωσε και προκαταβολές δύο ετών γιατί δήθεν δεν θα πλήρωνε η Περιφέρεια.
Όταν συζητήθηκε η υπόθεση στο Διαιτητικό Δικαστήριο το καλοκαίρι του 2021 είχαν περάσει τα δύο χρόνια, η εταιρεία είχε πληρωθεί εν τω μεταξύ τα ποσά που αξίωνε ως διαφορά, η Περιφέρεια υπέβαλε στο διαιτητικό δικαστήριο τα παραστατικά πληρωμής της, η ίδια ομολόγησε με τις προτάσεις ότι τα είχε εισπράξει, αλλά οι δύο συνταξιούχοι της τα ξανάδωσαν.
Αυτό αντιλαμβάνεσθε όλοι ότι ‘μπάζει’. Αν τα διεκδικήσει η εταιρεία, θα πρόκειται για διπλοπληρωμή. Εγώ κρίνω πως για να προστατευθούν οι πολίτες της Ηπείρου και το δημόσιο χρήμα γενικά, θα πρέπει να ενημερωθεί ο Εισαγγελέας, είτε τα διεκδικήσει η εταιρεία από τους Ηπειρώτες είτε από το Ελληνικό Δημόσιο που έχει εγγυηθεί την πληρωμή. Ο Εισαγγελέας σε αυτές τις περιπτώσεις δεν δεσμεύεται από καμία απόφαση, κανενός δικαστηρίου.
Τελειώνοντας με το θέμα αυτό, με ικανοποίηση ενημερώνω το σώμα ότι η Περιφέρεια έχει κερδίσει και όλα τα δικαστήρια για την μεταφορά του υπολείμματος: από το Ελεγκτικό Συνέδριο μέχρι και το Διοικητικό Εφετείο Ιωαννίνων, όπου την έσυραν τόσο ιδιωτικά συμφέροντα όσο και φορείς του πρώτου βαθμού της αυτοδιοίκησης. Να λέγονται αυτά. Η πολιτική μας στον χώρο των απορριμμάτων δικαιώθηκε πλήρως.
Δ) Σχετικά με τις εκκρεμότητες του ΒΙΟΠΑΘΕ:
Υπάρχει εισήγηση για επιστροφή προκαταβολής ποσού 330.436,54€ που, απ’ ό,τι με ενημερώνουν οι υπηρεσίες, είναι υπόλοιπο δεύτερης δόσης από το ΠΔΕ έτους 2002 και όχι επιδότηση έτους 2018. Η εκκρεμότητα της εισήγησης αυτής προκάλεσε το κώλυμα για την εκταμίευση των δόσεων από το ΠΔΕ ετών 2007 και 2008 που οδήγησε στην τραπεζική δανειοδότηση. Το δάνειο αναμένεται να εξυπηρετηθεί με την εκταμίευση των δόσεων από το ΠΔΕ ετών 2007 και 2008, ενώ η επιστροφή της προκαταβολής από την δεύτερη δόση του ΠΔΕ έτους 2002 έχει ήδη υποπέσει στην προβλεπόμενη από τον Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού παραγραφή.