Επισημάνσεις, παρατηρήσεις και προτάσεις επί του Σχεδίου Νόμου για τα «Δασικά Οικοσυστήματα», διαβίβασε με έγγραφό του στον Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής κ. Σταύρο Καλαφάτη ο Περιφερειάρχης Ηπείρου κ. Αλέξανδρος Καχριμάνης.
Όπως αναφέρεται στο εκτενές και αναλυτικό έγγραφο του Περιφερειάρχη, το πλέον σημαντικό ζήτημα που ανακύπτει σε σχέση με τις διατάξεις του Δασικού κώδικα, με μεγαλύτερη ένταση στην εδαφική περιφέρεια της Ηπείρου, που υπάγεται στις λεγόμενες «Νέες χώρες», αφορά τις ορεινές – κυρίως- εκτάσεις που στο παρελθόν καλλιεργούνταν και ήταν ιδιόκτητα κτήματα.
«Ήδη σήμερα που πάμπολλοι ιδιοκτήτες, μισθωτές, καλλιεργητές επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν αυτούς τους αγρούς, προσκρούουν στο χαρακτηρισμό εκ μέρους της Δασικής Υπηρεσίας, που χαρακτηρίζει τις ίδιες εκτάσεις δασικές και περαιτέρω κατά τεκμήριο δημόσιες, με αξίωση προσκόμισης μεταγεγραμμένων τίτλων, πριν την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα και προγενέστερων, όταν μάλιστα είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα πάμπολλα Υποθηκοφυλάκεια και τα αρχεία τους έχουν καεί και καταστραφεί κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και παλαιότερα, ότι σε πάμπολλες περιπτώσεις υπάρχει αδυναμία προσκόμισης τέτοιων τίτλων», αναφέρει μεταξύ άλλων ο Περιφερειάρχης.
Ένα άλλο σημείο που επισημαίνει, αφορά την αναγνώριση ως πραγματικό δεδομένο της μακροχρόνιας αγρανάπαυσης ή παύσης της καλλιέργειας, μέσω αεροφωτογραφιών του έτους 1945 και 1960. «Υπάρχουν περιπτώσεις που οι άνω αγροί εμφανίζονται με την ως άνω μορφή στις αεροφωτογραφίες, όμως ούτε και σ’ αυτή την περίπτωση χαρακτηρίζονται αγροί, γιατί δήθεν κατά την κυριαρχική άποψη των οικείων Δασικών αρχών περιβάλλονται από φυσικά οικοσυστήματα, δασοβιοκοινότητα, από δασικές εκτάσεις κλπ. ‘Όμως, στο ορεινό Ζαγόρι, στην ορεινή Θεσπρωτία, στο Μέτσοβο, αυτή ήταν η μορφή των αγρών, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αυτά τα χαρακτηριστικά είχαν, αυτή την υφή και μορφή, χωρίς να αμφισβητηθεί ο χαρακτήρας των ίδιων εκτάσεων ως γεωργικώς καλλιεργούμενων αγρών. Πρέπει ως εκ τούτου, με σαφείς διατάξεις του ως άνω σχεδίου Νόμου να επιλυθεί με σαφήνεια το ως άνω ουσιώδες ζήτημα. Πρέπει να προστεθεί σαφής διάταξη, «ότι στην περίπτωση που συντρέχουν οι ως άνω ουσιώδεις προϋποθέσεις, δεν μπορεί να αλλάξει ο χαρακτήρας των ίδιων εκτάσεων με τη λήψη υπόψη άλλων στοιχείων και δεδομένων και να χαρακτηρισθούν δασικές, υπαγόμενες στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας».
Περί τίτλων κυριότητας
Ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα που θέτει ο Περιφερειάρχης προς αντιμετώπιση, αφορά τις Π.Ε. Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας, μεγάλα τμήματα της ορεινής Άρτας κλπ και ειδικότερα τη χρήση λιβαδιών από την κτηνοτροφία. «Εντός αυτών υπήρχαν και διάσπαρτα τμήματα καλλιεργειών αναγκαίες για ζωοτροφές και δενδροκομία (κυρίως ελαιώνες). Μεταπολεμικά και μέχρι το 1975 γινόταν καύση τους για αύξηση της βοσκοϊκανότητας με έγγραφες άδειες και επίβλεψη των Δασικών Υπηρεσιών. Από τις αρχές όμως του 1975 και εντεύθεν σε περιοχές της Περιφέρειάς μας και ιδιαίτερα στη Θεσπρωτία, οι δασικές υπηρεσίες απαίτησαν από τους περισσότερους κτηνοτρόφους να προσκομίσουν τους τίτλους κυριότητας των λιβαδιών που χρησιμοποιούσαν για την εκτροφή των κοπαδιών τους. Όσοι ιδιοκτήτες δεν παρουσίαζαν συγχρόνως, εκτός από τον τίτλο κυριότητας, και τον απώτερο Οθωμανικό τίτλο (ταπί) προ της απελευθερώσεως, το λιβάδι τους θεωρούνταν Δημόσια δασική έκταση».
Πρέπει να σημειωθεί – προσθέτει ο Περιφερειάρχης – ότι η επιδίκαση των αγωγών κυριότητας συνήθως διαρκεί από 20 έως 30 έτη ενώ όσοι από τους ιδιοκτήτες δικαιώθηκαν αμετάκλητα από τα πολιτικά δικαστήρια, η δικαίωσή τους δεν είχε κανένα πρακτικό αποτέλεσμα, διότι κατά την διάρκεια της δικαστικής διαμάχης (30ετία) τα λιβάδια άλλαξαν μορφή, εξαιτίας της φυσικής βλάστησης που απέκτησαν. Σήμερα η Πολιτεία απαντά στους ιδιοκτήτες ότι δικαιωθήκατε ιδιοκτησιακά, αλλά το λιβάδι σύμφωνα με το νόμο είναι δασική έκταση και δεν μπορεί να αξιοποιηθεί για κανένα σκοπό, «ξεχνώντας» ότι η σημερινή μορφή των λιβαδίων έγινε με ευθύνη της και ουσιαστικά τα δήμευσε χωρίς να πληρώσει τίποτε.
Οι συνέπειες που υφίστανται οι πολίτες αυτών των εκτάσεων χωρίς να φταίνε οι ίδιοι είναι οι εξής:
- Ταλαιπωρία δεκάδων ετών.
- Βαριές δικαστικές δαπάνες.
- Φορολογία κληρονομιάς (οι δικαιοπάροχοι γονείς απεβίωσαν).
- Εξόντωση τους με το Φόρο Ακίνητης Περιουσίας που θα τους επιβληθεί με το νέο έτος 2014, για μια νεκρή περιουσία.
- Ουσιαστική Δήμευση των ιδιοκτησιών από την Πολιτεία.
Σημειωτέον ότι σε πολλά τέτοια κτήματα που ήταν πλησίον των οικισμών, έγιναν πάρα πολλές μεταβιβάσεις και είχαν ανεγερθεί οικοδομές πριν επιβληθούν πρωτόκολλα διοικητικών αποβολών και το πρόβλημα μεταφέρθηκε σε εκατοντάδες οικογένειες».
Προστασία περιβάλλοντος και στήριξη του πρωτογενούς τομέα
Ο Περιφερειάρχης αναφέρεται επίσης στο συντελεστή δόμησης και σε άλλα ζητήματα, υπογραμμίζοντας ότι περιορισμοί ως προς τη χρήση γεωργικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων (που αναγνωρίστηκαν νόμιμα) σε όλη την Επικράτεια, τίθενται από τα Χωροταξικά Σχέδια (ΓΠΣ, Ειδικά Χωροταξικά, Περιφερειακά Χωροταξικά, Εθνικό Χωροταξικό κλπ) της κάθε περιοχής και δεν χρειάζονται άλλες δεσμεύσεις, ζητώντας και καταθέτοντας διατυπωμένες προτάσεις για την επίλυση των προβλημάτων που έχουν εντοπιστεί.
Καταλήγοντας ο Περιφερειάρχης κ. Αλεξ. Καχριμάνης, ζητά από τον Αν. Υπουργό να λάβει υπόψη τις σχετικές επισημάνσεις, παρατηρήσεις και προτάσεις, «που αναφέρονται σε μείζονα και σοβαρότατα προβλήματα που πρέπει να βρουν επιτέλους τη λύση, προτάσεις που κινούνται στα πλαίσια της αξιοβίωτης ανάπτυξης, που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος μας. Επισημαίνουμε εν καταλήξει, ότι ο πρωτογενής τομέας για τον οποίο όλοι μιλάμε και η ανάπτυξή του, ορόσημο για την ανάπτυξη του τόπου, που οφείλει άμεσα να αλλάξει το αναπτυξιακό της μοντέλο, είναι στοιχείο της ως άνω αξιοβίωτης ανάπτυξης, συμβατή με την προστασία του περιβάλλοντος και του δασικού οικοσυστήματος, πρέπει δε να τολμήσετε, να διευρυνθεί και απλοποιηθεί η δυνατότητα άσκησης δραστηριοτήτων του ως άνω τομέα και εντός δασικών εκτάσεων, δημοσίων γαιών κ.λ.π.. Το έχει ανάγκη η περιοχή, το έχει ανάγκη ο τόπος γενικότερα».